-10 %
ΆΝΘΡΩΠΟΣ ΜΑΡΙΚΑ - ΑΠΟ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ ΣΤΗΝ ΚΟΚΚΙΝΙΑ
- Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο
- Κωδικός: 9786180330274
- ISBN: 9786180330274
8,91€
9,90€
Το καλάθι αγορών είναι άδειο!
Βιβλία | |
Συγγραφέας | Σάκης Σερέφας |
Ημερ/νία έκδοσης | 03/02/2022 |
Αρ. Σελίδων | 128 |
1922. Γέννηση
πάνω στο καράβι που φέρνει την Αρμένισσα μάνα πρόσφυγα από τη Μικρά Ασία στον
Πειραιά. Ο παππούς φρεσκοσφαγμένος στο μικρασιάτικο χασαπαριό. Το βρεφούδι
μεγαλώνει και μαγεύει με τη φωνή του τον κοσμάκη όταν ψέλνει στην αρμένικη
εκκλησία του Σουρπ Αγκόπ, του Αγίου Ιακώβου. Γυναίκες που δεν βγάζουν ποτέ από
πάνω τους τα άσπρα γάντια. Γιατί; Δικτατορία Μεταξά, νεολαία Μεταξά, Σκαπανείς
και Φαλαγγίτες. Ζογκλερικά στο Φάληρο με τον άντρα και το παιδί της. Είναι το
“Ντούο Νίνο και Μισό”. Η πρώτη της ηχογράφηση. Ώρες τώρα σε κρυφοκοιτάζω.
Εμφύλιος. Βομβαρδιστικά Χελντάιβερς καθέτου εφορμήσεως. Ναπάλμ στον
Γράμμο. Ο Τραυματίας. Γνωριμία με τον Βασίλη της ζωής της. Μαζί στο πάλκο
στου Τζίμη του Χοντρού. Τα καβουράκια. Ο Πόλεμος της Κορέας και το σπίτι
στο Αιγάλεω. Απόψε κάνεις μπαμ. Το πεπρωμένο της χαραγμένο πάνω στον 38ο
βόρειο παράλληλο. Οι Ελληνίδες ψηφίζουν πρώτη φορά στις δημοτικές
εκλογές. Η γυναίκα που ψηφίζει. Τουρνέ στην Κωνσταντινούπολη και στη
Σμύρνη. Στο Τούνεζι, στην Μπαρμπαριά. Ένα πιάνο στον βυθό. Σεπτεμβριανά
στην Κωνσταντινούπολη. Φωτογραφικά φιλμς κρυμμένα σε τάφους. Καρκίνος.
Μόνη. Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα. Γλάροι κρώζουν δυσοίωνα από πάνω της
στη Νέα Υόρκη. Ρεστοράν-μπαρ Νέον Βυζάντιον, 42ος Δρόμος. Με γέρασε η
ξενιτιά. Νοσοκομεία. Βέρι βέρι μπαντ. Μόνη. Δολάρια πάνω στη σόλα με την
τσίχλα. Γεννήθηκα για να πονώ. Αίμα στην πίστα.
1957. Το λαπαδιάζει το κόλλυβο η φρυγανιά; Κηδεία. Μόνη. Χωρίς εκείνον.
Σαν άστρο εβασίλεψε.
Θα μπορούσε να είναι η Μαρίκα Νίνου.
Είναι η άνθρωπος Μαρίκα.
Κι εδώ ντουνιάς κι εκεί ντουνιάς, κοπέλα µου. Μπορεί ο παράς να είναι πολύς
εκεί –µιλάµε για παρά τριφασικό, έτσι;– αλλά παντού ο κοσµάκης, όταν έρχεται
στο µαγαζί, έρχεται για να ξεδώσει, ν’ ανασάνει, πώς το λένε. Μπορεί εκεί να
φοράνε τις µεταξωτές τις γραβάτες και ν’ ανάβουνε τ’ ακριβά τα πούρα, αλλά, από
µέσα τους, η ψυχούλα τους έχει κι αυτή τους νταλγκάδες της τους κρυφούς. Να το
ξέρεις: του καθενός ο τέντζερης καπακωµένος βράζει, από τον πιο σπουδαίο το
βασιλιά µέχρι το τελευταίο το φτωχαδάκι, το πιο παρακατιανό.
Απόσπασμα από το βιβλίο